Σε τρεις δομικές αλλαγές προσανατολίζεται η Κυβέρνηση στον ευρύτερο χώρο της Ασφάλισης το 2021, ειδικά εφόσον εξομαλυνθεί η υγειονομική-οικονομική κρίση λόγω του κορωνοϊού. Η πρώτη δομική αλλαγή αφορά τις εισφορές υγείας (ΕΟΠΥΥ), η δεύτερη τα επιδόματα ασθενείας τα οποία καταβάλλει ο e-ΕΦΚΑ και η τρίτη την επικουρική ασφάλιση.
Σε σχέση με τις ασφαλιστικές κρατήσεις υπέρ του ΕΟΠΥΥ, η ενδιάμεση έκθεση της «Επιτροπής Πισσαρίδη» προτείνει την «αντικατάσταση της ποσοστιαίας εισφοράς υγείας των μισθωτών με ένα σταθερό ποσό ή ένα σύστημα λίγων κλάσεων, όπως ισχύει και με τους αυτοαπασχολούμενους». Υπενθυμίζεται πως βάσει του ασφαλιστικού νόμου Βρούτση, οι επαγγελματίες καταβάλλουν εισφορές υγείας 55 ευρώ/μήνα (1η ασφαλιστική κατηγορία) ή 66 ευρώ/μήνα (2η-6η κατηγορία), ενώ οι αγρότες ακόμα χαμηλότερες. Ένα ανάλογο σύστημα εξετάζει, από καιρό, η Κυβέρνηση και για τους μισθωτούς. Ωστόσο, οι δυσκολίες διαμόρφωσης ενός τέτοιου σταθερού ποσού σε ευθυγράμμιση με την προγραμματική δέσμευση για μείωση των εισφορών κατά 5 μονάδες έως το 2023 (σ.σ. για την ακρίβεια κατά 4,1 μονάδες, δεδομένης της μείωσης 0,9% τον Ιούνιο) σε συνδυασμό με την επείγουσα ανάγκη του επιχειρηματικού κόσμου για άμεση, λόγω της κορωνοκρίσης, ελάφρυνση του μη μισθολογικού κόστους οδήγησε την Κυβέρνηση στην απόφαση για μία νέα οριζόντια μείωση 3% στις εισφορές του ΟΑΕΔ, του ΟΕΚ και του ΛΑΕΚ, επί των μεικτών αποδοχών των μισθωτών το 2021.
Έπειτα, λοιπόν, από την προαναφερθείσα (εξαγγελθείσα) μείωση εισφορών, θα μείνουν μόλις 1,1 μονάδες μέχρι την εκπλήρωση της κυβερνητικής δέσμευσης (σ.σ. μείωση 5 μονάδων στο μη μισθολογικό κόστος έως το 2023). Ωστόσο, υπενθυμίζεται πως είναι ήδη ψηφισμένη, μείωση των εισφορών υπέρ της επικουρικής ασφάλισης κατά 0,5% (0,25% για τους εργοδότες και 0,25% για τους μισθωτούς) την 1η Ιουνίου 2022. Συνεπώς, θα μείνει, μετά το καλοκαίρι του 2022 ως μόνη εκκρεμότητα μια μείωση της τάξεως του 0,6%. Η απόφαση της Κυβέρνησης να «τρέξει» το στόχο του 5% μέσω οριζόντιων μειώσεων στις εισφορές ως ποσοστό επί των μεικτών αποδοχών δεν σημαίνει εγκατάλειψη της εξομοίωσης του συστήματος εισφορών υγείας για τους μη μισθωτούς με εκείνο των μισθωτών, στην κατεύθυνση του συστήματος των μη μισθωτών. Και αυτό γιατί αυτή η εξομοίωση αποτελεί όρο για τη δεύτερη δομική αλλαγή που προωθεί η Κυβέρνηση στην ασφάλιση. Εξάλλου, αν δεν συντελεστεί αυτή η αλλαγή, θα μπορούσαν να τεθούν ζητήματα συνταγματικότητας λόγω «άνισης» αντιμετώπισης των ασφαλισμένων. Αυτή θα αφορά στη διαμόρφωση ενιαίου «καθεστώτος» στις μη συνταξιοδοτικές παροχές του e-ΕΦΚΑ.
Η ενδιάμεση έκθεση της «Επιτροπής Πισσαρίδη» αναφέρει πως «δεδομένης της υφιστάμενης δομής του ασφαλιστικού συστήματος, ο βέλτιστος τρόπος συμπλήρωσης του κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα είναι ο μετασχηματισμός της επικουρικής σύνταξης (σήμερα νοητής κεφαλαιοποίησης) σε νέα επικουρική που θα λειτουργεί πλήρως κεφαλαιοποιητικά»
Υπενθυμίζεται πως ο νόμος Κατρούγκαλου έφερε ενιαίους κανόνες εισφορών συνταξιοδοτικών παροχών, αλλά όχι ενιαίους κανόνες εισφορών επιδομάτων υγείας. Για να διαμορφωθούν ενιαία επιδόματα υγείας στα ταμεία, όμως, πρέπει, να υπάρχουν ενιαίες εισφορές υγείας. Δηλαδή να εξομοιωθούν οι εισφορές υγείας των μισθωτών με τις εισφορές υγείας των μη μισθωτών. Στο μεταξύ, πάντως, η Κυβέρνηση προχωρά στη διαμόρφωση ενός ενιαίου «καθεστώτος» επιδομάτων. Ήδη έχει στα χέρια της προτάσεις αλλαγών, οι οποίες επρόκειται να κοστολογηθούν στην κατεύθυνση του «εξορθολογισμού» του συστήματος. Στόχος είναι η τελική διαμόρφωση των προτάσεων γύρω στα μέσα του 2021, έτσι ώστε να προχωρήσει η νομοθέτησή τους.
Παράλληλα, η Κυβέρνηση έχει αρχίσει τις διεργασίες για την ενίσχυση του 2ου πυλώνα ασφάλισης, ο οποίος απαρτίζεται από φορείς που λειτουργούν με βάση το κεφαλαιοποιητικό σύστημα. Η ενδιάμεση έκθεση της «Επιτροπής Πισσαρίδη» αναφέρει πως «δεδομένης της υφιστάμενης δομής του ασφαλιστικού συστήματος, ο βέλτιστος τρόπος συμπλήρωσης του κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα είναι ο μετασχηματισμός της επικουρικής σύνταξης (σήμερα νοητής κεφαλαιοποίησης) σε νέα επικουρική που θα λειτουργεί πλήρως κεφαλαιοποιητικά». Επισημαίνεται, επίσης, πως λόγω «της καθυστέρησης της ανάπτυξης του κεφαλαιοποιητικού πυλώνα στη χώρα, η μεταρρύθμιση της επικουρικής πρέπει να προχωρήσει τάχιστα και με ευρύ πεδίο εφαρμογής (ενδεικτικά, για όλους τους νέους εργαζόμενους και εθελοντικά για όσους παλαιότερους ασφαλισμένους το επιλέξουν). Η εισαγωγή του κεφαλαιοποιητικού πυλώνα αποτελεί πράξη διαγενεακής αλληλεγγύης και συντείνει στη διασφάλιση της βιωσιμότητας της οικονομίας στο απώτερο μέλλον».
Τέλος, τονίζει πως «συμπληρωματικά προς την παραπάνω κατεύθυνση, είναι ιδιαίτερα σημαντική η θέσπιση αποτελεσματικού και αυστηρού κανονιστικού πλαισίου για τα ασφαλιστικά ταμεία στο δεύτερο και τρίτο πυλώνα κατά τα πρότυπα πολλών χωρών της ΕΕ, όπως και η λειτουργία ενός δημόσιου ασφαλιστικού ταμείου στο δεύτερο πυλώνα, με κεφαλαιοποίηση».