«Πρέπει να ξεκαθαρίσουν τα όρια ανάμεσα στην ατομική και τη συλλογική ευθύνη» αναφέρει ο Πρόεδρος της Εθνικής Ασφαλιστικής, Χριστόφορος Σαρδελής, σε συνέντευξή του στο «ΑΜ», σχετικά με το ρόλο τον οποίο καλούνται να διαδραματίσουν οι ασφαλιστικές εταιρείες, το κράτος και ο ίδιος ο πολίτης για τη διασφάλιση ζητημάτων αναφορικά με την υγεία, τις συντάξεις και την προστασία της περιουσίας.
Όπως τονίζει, «επειδή οι κανόνες για τις υποχρεώσεις του κράτους απέναντι στους πολίτες είναι και ασαφείς και ασταθείς, έχει αποδειχτεί ότι το πολιτικό σύστημα ενδίδει εύκολα σε οργανωμένες πιέσεις. Έχει επομένως εμπεδωθεί μια κουλτούρα οργανωμένων διεκδικήσεων, ως υποκατάστατο της προληπτικής μέριμνας με ατομική ευθύνη».
Ο κ. Σαρδελής αναγνωρίζει ότι ο μέσος Έλληνας σήμερα κινείται ανάμεσα στις συμπληγάδες των μειωμένων εισοδημάτων και των περικοπών του κράτους πρόνοιας κι ότι το σύστημα δεν έχει βρει ακόμη τα νέα σημεία ισορροπίας. Σημειώνει, ωστόσο, ότι «Δεν πρέπει να βλέπουμε το σημερινό αδιέξοδο στατικά. Χωρίς ανάπτυξη, χωρίς δηλαδή νέες δυνατότητες τόνωσης των εισοδημάτων, το βιοτικό επίπεδο που γνωρίζαμε δεν μπορεί να το εγγυηθεί κανένας» και διευκρινίζει ότι, ανεξάρτητα από την ανάπτυξη ο καθένας θα πρέπει αναλάβει την ευθύνη του.
Πόσο ενεργός θεωρείτε ότι θα μπορούσε να είναι ο ρόλος των ασφαλιστικών εταιρειών στο πλαίσιο ενός νέου ασφαλιστικού συστήματος, το οποίο δρομολογεί η Κυβέρνηση με θεσμικές παρεμβάσεις στο δεύτερο πυλώνα ασφάλισης;
Μέχρι στιγμής, ο νέος ασφαλιστικός νόμος περιορίζεται στα του πρώτου πυλώνα. Επικεντρώνεται, δηλαδή, στον εξορθολογισμό της επικουρικής σύνταξης, η οποία γίνεται κεφαλαιοποιητική και πιο ανταποδοτική. Ο δεύτερος πυλώνας, δηλαδή η επαγγελματική ασφάλιση, δεν έχει μπει ακόμη στο τραπέζι. Ελπίζουμε πάντως να γίνει σύντομα.
Επιμένουμε σε αυτά που έχουμε πει. Ανοιχτά Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα
Εμείς επιμένουμε σε αυτά που έχουμε πει. Ανοιχτά Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα, δηλαδή ένα σύστημα στο οποίο οι ασφαλιστικές εταιρείες φιλοδοξούν να παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Τις λεπτομέρειες θα τις συζητήσουμε όταν και εφόσον ανοίξει το θέμα. Αν δεν συμβεί, θα υπάρξει μεγάλη απογοήτευση, γιατί καλλιεργήθηκαν προσδοκίες όχι μόνο στον κόσμο της ασφαλιστικής αγοράς αλλά και σε όσους περίμεναν τολμηρά βήματα και τομές στον τρόπο λειτουργίας της ελληνικής οικονομίας γενικότερα.
Υπάρχουν επίσης στρεβλώσεις που πρέπει να διορθωθούν άμεσα. Σήμερα υπάρχει σε λειτουργία ένας μικρός αριθμός νομοθετικά ρυθμισμένων Επαγγελματικών Ταμείων, ενώ παράλληλα υπάρχουν ομαδικά ασφαλιστήρια τα οποία διαχειρίζονται οι ασφαλιστικές εταιρείες.
Τα δύο συστήματα είναι συγκρίσιμα ως προς την αποστολή τους, αλλά δεν τυγχάνουν ισότιμης φορολογικής μεταχείρισης. Για παράδειγμα, το εφάπαξ που καταβάλλεται από ένα επαγγελματικό ταμείο είναι αφορολόγητο, ενώ από ένα ομαδικό συμβόλαιο φορολογείται με 10% ή 20%, ανάλογα του ποσού. Επομένως, ανεξάρτητα από την τελική μορφή του δεύτερου πυλώνα, θα πρέπει πρωτίστως να υπάρξει φορολογική εναρμόνιση.
Γιατί ο Έλληνας πολίτης, καταναλωτής, εργαζόμενος, δεν διαθέτει κουλτούρα αποταμίευσης;
Αυτό συμβαίνει για πολλούς λόγους. Κατ’ αρχάς γιατί υπάρχει η αντίληψη ότι όταν βρεθούμε στην ανάγκη θα μας συντρέξει το κράτος, παρά το γεγονός ότι αυτή η προσδοκία έχει διαψευστεί κατ’ επανάληψη. Η αποταμίευση είναι ο τρόπος με τον οποίο μπορούμε να διατηρήσουμε ένα καλό επίπεδο διαβίωσης όταν θα έχουμε αποσυρθεί από την παραγωγική διαδικασία λόγω ηλικίας ή όταν μας συμβεί κάποιο γεγονός με αρνητικές συνέπειες, όπως ένα πρόβλημα υγείας ή όταν πληγούμε από κάποια φυσική καταστροφή.
Επειδή οι κανόνες για τις υποχρεώσεις του κράτους απέναντι στους πολίτες είναι και ασαφείς και ασταθείς, έχει αποδειχτεί ότι το πολιτικό σύστημα ενδίδει εύκολα σε οργανωμένες πιέσεις. Έχει επομένως εμπεδωθεί μια κουλτούρα οργανωμένων διεκδικήσεων, ως υποκατάστατο της προληπτικής μέριμνας με ατομική ευθύνη.
Η αποταμίευση είναι ο τρόπος με τον οποίο μπορούμε να διατηρήσουμε ένα καλό επίπεδο διαβίωσης όταν θα έχουμε αποσυρθεί από την παραγωγική διαδικασία
Επιπλέον, το κράτος δεν έχει σχηματίσει κάποιο απόθεμα για την αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων, γιατί αυτό θα σήμαινε αύξηση της φορολογίας εδώ και τώρα. Αυτό οδηγεί στην ψευδαίσθηση του δωρεάν γεύματος. Όταν βέβαια έρχεται ο λογαριασμός είναι κάπως αργά, όπως έχει αποδειχτεί από τις επτά χρεοκοπίες του ελληνικού κράτους. Από την άλλη βέβαια, ο κλάδος της ιδιωτικής ασφάλισης, δηλαδή ο φορέας που φιλοδοξεί να διαχειριστεί τις αποταμιεύσεις, έχει επίσης κάπως βεβαρυμμένο παρελθόν σε θέματα φερεγγυότητας και αξιοπιστίας. Σήμερα όμως, τόσο το νομοθετικό πλαίσιο όσο και η αναβαθμισμένη εποπτεία του συστήματος συμβάλλουν αποτελεσματικά στη θωράκιση του Κλάδου. Σε κάθε πάντως περίπτωση, χρειάζεται να γίνει περισσότερη δουλειά σε όλα τα επίπεδα.
Τι περιθώρια έχει ο μέσος Έλληνας εργαζόμενος να αποταμιεύσει για τη σύνταξή τουκαι να ξοδέψει σε ιδιωτικά προγράμματα για την υγεία του, όταν ο μέσος μηνιαίος μισθός κινείται στο επίπεδο των €1.000 και ο κατώτερος μισθός σε επίπεδα μεταξύ €600 και €700;
Εκλαμβάνω το ερώτημα ως ρητορικό. Δυστυχώς, ο μέσος Έλληνας σήμερα κινείται ανάμεσα στις συμπληγάδες των μειωμένων εισοδημάτων και των περικοπών του κράτους πρόνοιας. Το σύστημα δεν έχει βρει ακόμη τα νέα σημεία ισορροπίας.
Πρέπει όμως να ξεκαθαρίσουν οι κανόνες ώστε ο καθένας να σχεδιάσει το μέλλον του. Δεν πρέπει να βλέπουμε το σημερινό αδιέξοδο στατικά. Χωρίς ανάπτυξη, χωρίς δηλαδή νέες δυνατότητες τόνωσης των εισοδημάτων, το βιοτικό επίπεδο που γνωρίζαμε δεν μπορεί να το εγγυηθεί κανένας. Ταυτόχρονα όμως, ακόμη και με ανάπτυξη, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουν τα όρια ανάμεσα στην ατομική και τη συλλογική ευθύνη. Αλλιώς, θα συνεχίσουμε να ζούμε με ψευδαισθήσεις που θα οδηγήσουν σε νέα αδιέξοδα.
Πώς εξηγείται το γεγονός ότι, σε χώρες με πολύ ανεπτυγμένο κράτος πρόνοιας, όπως οι Σκανδιναβικές, η ιδιωτική ασφάλιση απορροφά τριπλάσιο μέρος του εισοδήματος απ’ ότι στην Ελλάδα; Πρόκειται για ένα περίσσευμα που δεν έχουν τι να το κάνουν ή για μια διαφορετική, για να μην πω πιο ορθολογική, αντίληψη των πραγμάτων; Πώς θα πρέπει να ιεραρχήσει ο μέσος εργαζόμενος τις ασφαλιστικές του ανάγκες για το αυτοκίνητό του, την υγεία του, την σύνταξή του, την περιουσία του και τι περιθώρια έχει να ξοδέψει ταυτοχρόνως για όλα αυτά;
Η ιεράρχηση νομίζω ότι ανήκει στη σφαίρα του οικογενειακού σχεδιασμού. Αυτό που χρειάζεται να γίνει είναι να ξεκαθαρίσει με σαφήνεια τι θα είναι δημόσιο και υποχρεωτικό – οπότε θα διασφαλίζεται σε κάθε περίπτωση – και τι θα αφήνεται στην ευχέρεια και την ευθύνη του καθενός από εμάς. Χωρίς να καλλιεργούνται φρούδες ελπίδες από καμία πλευρά. Προέχουν βέβαια οι βασικές υποχρεώσεις, όπως π.χ. η κάλυψη της αστικής ευθύνης στον κλάδο αυτοκινήτου.
Τα χρόνια κυλούν και ΣΔΙΤ στο χώρο της υγείας δεν έχουμε δει. Θεωρείτε ότι ο Κλάδος μπορεί να ελπίζει ακόμη, ή θα πρέπει να καταθέσει τα «όπλα» του;
Και εδώ νομίζω ότι κάνουμε μια συζήτηση βάζοντας το άλογο μπροστά από το κάρο. Πεδίο για γόνιμες συνεργασίες ανάμεσα στις δημόσιες και ιδιωτικές δομές υπάρχει. Το ζητούμενο είναι καλύτερες υπηρεσίες προς όφελος του πολίτη. Για να φτάσουμε όμως εκεί χρειάζεται ένας σχεδιασμός από μηδενική βάση. Γιατί τα ιδιωτικά νοσηλευτήρια, όπως και η ιδιωτική ασφάλιση στην Υγεία, ιστορικά άνθισαν λόγω των αδυναμιών του κράτους. Ο στόχος όμως δεν μπορεί να είναι το να ξεπεραστούν οι αποτυχίες ενός κακοστημένου συστήματος, επειδή αυτό βρήκαμε.
Πρέπει να στοχεύσουμε ψηλότερα. Διεθνώς υπάρχουν πολλά παραδείγματα για επιτυχημένα ΣΔΙΤ διαφόρων μορφών. Σε πρόσφατη ομιλία μου αναφέρθηκα στην ανάγκη να προσδιορίσουμε τα επιμέρους συγκριτικά πλεονεκτήματα του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, έχοντας πάντα κατά νου την ικανοποίηση των πολιτών. Κάποια πράγματα πρέπει να τα κάνει μόνο το κράτος. Ανέλυσα επίσης τους λόγους για τους οποίους ο κλάδος Υγείας δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι καθαρά ιδιωτικός. Υπάρχει όμως ένα πεδίο για γόνιμη και παραγωγική συνεργασία από την οποία θα ωφεληθούν όλοι. Ας ανοίξει επομένως ο διάλογος και ας διδαχθούμε από την πληθώρα επιτυχημένων προσπαθειών ανά τον κόσμο.
Η υποχρεωτική ασφάλιση κατοικιών έναντι φυσικών καταστροφών αποτελεί μία από τις κύριες στοχεύσεις του Κλάδου. Πόσο κοντά βρίσκεται η επίτευξη του στόχου αυτού και σε τι πλαίσιο θα πρέπει να κινηθεί η πρόταση της Ένωσης ώστε τελικά να ξεφύγει από τις πολιτικές συμπληγάδες;
Σήμερα, σε μια σεισμογενή χώρα, με πρόσφατες τραγικές μνήμες από πλημμύρες και πυρκαγιές, μόνο το 16% των κατοικιών είναι ασφαλισμένες. Στη μεγάλη πυρκαγιά της Θεσσαλονίκης, το 1917, το 48% της συνολικής ζημιάς είχε αποζημιωθεί από τις ασφαλιστικές εταιρείες της εποχής, κυρίως ξένες. Τι ήξεραν αυτοί που ξεχάσαμε εμείς σήμερα; Γίναμε εξυπνότεροι στα εκατό χρόνια που μεσολάβησαν;
Ανήκετε στην ομάδα των στελεχών της ασφαλιστικής αγοράς που πιστεύουν ότι οι αγροτικές ασφαλίσεις προσφέρονται για ανάπτυξη του Κλάδου ή πρεσβεύετε μια πιο μετριοπαθή άποψη;
Μάλλον στη δεύτερη κατηγορία για τον απλούστατο λόγο ότι η Εθνική Ασφαλιστική δεν έχει εμπειρία από το συγκεκριμένο κλάδο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν επικροτώ την πρωτοβουλία. Το πρόβλημα εδώ είναι ότι δεν υπάρχουν πλήρη και αξιόπιστα στατιστικά στοιχεία για τον υπολογισμό των κατάλληλων ασφαλίστρων και καλύψεων. Για κάτι τέτοιο απαιτούνται μεγάλες βάσεις δεδομένων.
Ποιος θα κερδίσει το στοίχημα των μελλοντικών πωλήσεων στις ασφαλίσεις, ο παραδοσιακός ή ο ψηφιακός ασφαλιστής;
Εξαρτάται από το είδος και τη δομή των προϊόντων, ώστε να διασφαλίζεται πλήρης και επαρκής ενημέρωση του καταναλωτή. Αυτό άλλωστε απαιτεί και η ισχύουσα νομοθεσία. Επενδυτικά και συνταξιοδοτικά προγράμματα, με κάπως πολύπλοκη δομή ως προς το προφίλ κινδύνου, νομίζω ότι θα συνεχίσουν να προσφέρονται από τα παραδοσιακά δίκτυα και από πιστοποιημένους διαμεσολαβητές. Το ίδιο ισχύει σε μεγάλο βαθμό και για την υγεία, όπου τα προγράμματα δεν είναι ομοιογενή ως προς τις καλύψεις.
Σε αντιδιαστολή, ο ψηφιακός ασφαλιστής έχει πλεονέκτημα σε προϊόντα που είναι από τη φύση τους πιο απλά και διαφανή, όπως το αυτοκίνητο. Γενικά, όπου τίθεται θέμα προστασίας του καταναλωτή, τα παραδοσιακά δίκτυα θα συνεχίσουν να αποτελούν το βασικό πυλώνα των πωλήσεων.
Με ποιον τρόπο θα πρέπει να ελιχθούν επενδυτικά οι ασφαλιστικοί όμιλοι ώστε να αντιμετωπίσουν το ζήτημα που έχει δημιουργηθεί με τις χαμηλές αποδόσεις των επενδυτικών τίτλων;
Θίγετε ένα τεράστιο θέμα. Δεν εξαντλείται στο πλαίσιο μιας συνέντευξης. Η αντίδραση της ασφαλιστικής αγοράς ήταν να εξαφανιστούν οι εγγυημένες αποδόσεις και να επενδυθούν χρήματα σε προϊόντα υψηλότερου κινδύνου, προκειμένου να διασφαλιστούν καλύτερες αποδόσεις. Αυτό όμως δεν συνιστά οριστική απάντηση. Πιο μεσοπρόθεσμα, η νομοθεσία δεν θα πρέπει να ευνοεί τις τοποθετήσεις σε ομόλογα και να αποθαρρύνει κατευθείαν τοποθετήσεις σε υποδομές ή μετοχές μέσω αυξημένων κεφαλαιακών απαιτήσεων. Αυτά ελπίζουμε να διορθωθούν με την ευκαιρία της αναθεώρησης του πλαισίου εποπτείας Solvency II, η οποία είναι σε εξέλιξη. Το αίτημα είναι πανευρωπαϊκό.
Αυτό όμως που πρέπει να μας προβληματίζει είναι το γιατί συνεχίζονται επενδύσεις σε τίτλους σταθερού εισοδήματος με αρνητικές αποδόσεις. Δεν υπάρχουν καλύτερες προοπτικές στην πραγματική οικονομία; Αν δεν υπάρχουν, τότε τα χαμηλά επιτόκια προεξοφλούν ένα πολύ σκοτεινό σενάριο για τη μελλοντική ανάπτυξη της Ευρώπης. Οπότε είναι ένας κίνδυνος όχι μόνο για το μέλλον των ασφαλιστικών εταιρειών, αλλά και για το μέλλον του συνταξιοδοτικού συστήματος και του κράτους πρόνοιας όλων των χωρών.
Εμείς προς το παρόν ευνοηθήκαμε από την ανατίμηση των ελληνικών ομολόγων λόγω της μείωσης των πιστωτικών περιθωρίων (spreads). Θέλω όμως να πιστεύω ότι το φαινόμενο χαμηλών επιτοκίων είναι συγκυριακό και θα αποκατασταθεί μια κάποια ισορροπία πριν λάβει διαστάσεις παγκόσμιας φούσκας.